Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Γραμμένη Οξυά-Γαρδίκι ένα τσιγάρο δρόμος

Γραμμένη Οξυά-Γαρδίκι ένα τσιγάρο δρόμος !
Τετάρτη  7 Ιανουαρίου 1970 ξημερώματα τ΄Αγιαννιού .  Ελάλησε ο κόκορας , σηκωθείτε ακουσα τη φωνή του πατέρα μου , έχετε δρόμο και πρέπει να κινήσετε πρωί-πρωί για να προλάβετε το λεωφορείο στο Γαρδίκι.
 Μαθητής τότε της  Α γυμνασίου στο Γυμνάσιο Υπάτης  είχα ανέβει στο χωριό για τις διακοπές των Χριστουγένων .
Τρείς έως 4  ώρες με τα πόδια ήταν το Γαρδίκι αλλά με τις καιρικές συνθήκες  που επικρατούσαν θα θέλαμε πέντε έως έξι ώρες να φτάσουμε.
Εφάγαμε  το πρωινό μας, ζεστό τραχανά καμμένο με γλίνα  ,και άρχισαμε   να μαζεύουμε  τα λίγα πράγματα που θα παίρναμε μαζί μας μερικά  λουκάνικα,  λίγες τσιγαρίθρες  και καμιά τραχανόπιτα  κάποια κομμάτια μπακλαβά για κέρασμα των συνοδοιπόρων λόγω της γιορτής μου.
Ο καιρός   χειμωνιάτικος ,ψωφόκρυο ,ρίχνει χιόνι  και  ανεμοσουράει .Οι πανύψηλες λεύκες που είναι γεμάτο το χωριό ,χορεύουν στους ρυθμούς της χιονοθύελλας σαν να θέλουν να αγγίξουν η μία την άλλη.. 1200 μέτρα είναι το υψόμετρο της Γραμμένης Οξυάς .
Κόσμος κινείται σε όλα τα σοκάκια του χωριού ,άνθρωποι που κάνουν τις τελευταίες ετοιμασίες για το ταξίδι της επιστροφής ,  προσπαθούν να βρούν ,ένα ζευγάρι γαλότσες καμιά κουκούλα κανένα ζευγάρι γάντια ,να τακτοποιήσουν τις προμήθειες που θα πάρουν..
Αποχαιρετάμε τους γονείς τα μικρότερα αδέρφια ,τη γιαγιά το σκυλί μας και ξεκινάμε φορτωμένοι  το ταξίδι προς τον πολιτισμό μέσα στα χιόνια, είμαστε καμμιά τριάνταριά άτομα . 
Οι  πρώτοι έχουν φτάσει   στην ράχη της Ρίπας και οι τελευταίοι στο Χωριό .
 Όλοι όμως σταματούν  στον Αη Θανάση ,που βρίσκεται στην άκρη του χωριού στο δρόμο προς Γαρδίκι ,ανάβουν ένα κερί και προχωράνε ..
Αη Θανάσης -Παναγιά -Πλατανάκια-Πέτρας Λειβάδια και πρώτη  στάση  στην βρύση που λεγόταν  "Τραχανάς" , δεν φαινόταν καθόλου αφού την είχε σκεπάσει το χιόνι και το νερό έτρεχε αρκετά ζεστό , μάλλον ήταν η αίσθηση που εμείς είχαμε λόγω της παγωνιάς ..
Βγάζουμε τα χιόνια απ τις γαλότσες τις καθαρίζουμε λίγο τινάζουμε και το χιόνι που έχει κολλήσει και έχει γίνει κρούσταλο στα μάλλινα τσουράπια που μας έφτιαχναν οι γιαγιάδες.. και τις ξαναφοράμε ..κάποιοι που έχουν Γιάννηδες στο σπίτι κερνάνε τους άλλους γλυκά (μπακλαβάδες και κουραμπιέδες) . 
Οι πιο ψηλοί πάνε μπροστά κόβοντας το ντορό , το κρύο είναι τσουχτερό συνεχίζουμε την ανάβαση , διασχίζουμε τη Μιχαλόλακα και μπαίνουμε στο δάσος της Οξυάς, το τοπίο έχει απίστευτη ομορφιά ούτε καν νιώθουμε την κούραση και το κρύο στη θέα αυτής της ανεπανάληπτης ομορφιάς όλα ξεχνιούνται ..συνεχίζουμε ανηφορικά   μέσα στις χιονισμένες οξυές και φτάνουμε στη Ράχη της Ρίπας . 
Ρίχνουμε μια τελευταία ματιά στα χιονισμένα  Βαρδούσια και παίρνουμε τον κατήφορο , το χιόνι πολύ περισσότερο στη βόρεια πλευρά του βουνού και ο καιρός έχει επιδεινωθεί απο τα βλέφαρα κρέμονται κρούσταλλα και επιπλέον προστέθηκε και ομίχλη ,δεν μπορείς να δείς ούτε στα δύο μέτρα και το ύψος του χιονιού έγινε πολύ μεγαλύτερο ,προχωράμε ίσα κάτω μετά τη ράχη μέσα στις οξυές που έχουν γίνει πιο πυκνές και μετά από καμμιά ώρα  φτάνουμε στα Νεροπλατάνια .
Νεροπλατάνια λεγόταν το μέρος όπου τέλειωναν οι οξυές και  ξεκινούσε το Σταγιώτικο αυλάκι .Συναντήσαμε τους άλλους χωριανούς που είχαν φτάσει νωρίτερα και μας περίμεναν έχοντας ανάψει φωτιά να στεγνώσουμε αφού είμασταν βρεγμένοι ως το κόκαλο 
Αφού ξεκουραστήκαμε σε κείνο το  μέρος κάτω απο πελώρια έλατα , φάγαμε με όρεξη το φαγητό μας,  ψωμί και τσιγαρίθρες ,λίγη  τραχανόπιτα ,καθώς και ματιές που είχαν φυλαχτεί για αυτή τη μέρα.  Κάποιοι έψησαν λουκάνικα στη φωτιά (ήταν η πρώτη μέρα που επιτρέπονταν ) 
Κεραστήκαμε απο άλλους εορτάζοντες.. κάναμε καλαμπούρια .. 
Όσοι κάπνιζαν απόλαυσαν το μοναδικό τσιγάρο της διαδρομής που τους άρεσε να το ανάβουν στη φωτιά.. 
Αφού περιμέναμε και τους τελευταίους , μετρηθήκαμε και  συνεχίσαμε για λίγο κατά μήκος του αυλακιού ..στη συνέχεια κατηφορίσαμε προς τα ποτάμια ,οπου το χιόνι είχε λιγοστέψει κάπως , όχι όμως και το κρύο . 
Η τελεταία δοκιμασία ήταν τα ποτάμια ,  γεφύρια δεν υπήρχαν και το πέρασμα γινόταν σε κάποια σημεία που στένευαν ή ήταν πεσμένοι κάποιοι κορμοί δέντρων , κάποιοι μεγάλοι  βοηθούσαν τα γυναικόπαιδα  στο πέρασμα 
Μετά απο λίγο επήραμε την τελευταία ανηφόρα προς το Γαρδίκι , κατάκοποι και φορτωμένοι φτάσαμε έξω απο το Γαρδίκι ,όπου τέλειωνε ο ποδαρόδρομος όχι όμως και το ταξίδι…
Στην άκρη στο Γαρδίκι υπήρχε ποτίστρα για ζώα  όπου καθαρίσαμε τις γαλότσες μας απο το πετρωμένο χιόνι και τις λάσπες ,σε λίγο θα είμασταν μέσα στο λεωφορείο που θα  πήγαινε στη Σπερχειάδα-Λαμία ..
Εμείς που πηγαίναμε γυμνάσιο στην Υπάτη είχαμε κι άλλο νυχτερινό ποδαρόδρομο από Λιανοκλάδι μέχρι Λουτρά Υπάτης , ασήμαντη διαδρομή σχεδόν μισή ώρα το κάναμε πηγαίνοντας τρέχοντας αφού ο δρόμος ήταν άσφαλτος ..
Τα επόμενα τρία χρόνια τα χωριά σχεδόν ερήμωσαν , τα δημοτικά σχολεία έκλεισαν και οι κάτοικοι αναζήτησαν την τύχη τους στα Αστικά κέντρα κυρίως στην Αθήνα ..Έτσι το Ιανουάριο του 1974 μαθητής πια της Ε γυμνασίου ταξίδευα από Γραμμένη Οξυά προς Γαρδίκι ολομόναχος , είχα πάρει μαζί μου και έναν αναπτήρα μήπως χρειαστεί να ανάψω φωτιά ..μετά την Ράχη ακολούθησα τον δημόσιο Δρόμο και έφτασα στη Βρύση του Αρβανίτη έτσι  απέφυγα τα ποτάμια που ήταν κατεβασμένα..

Κυδωνιώτικες Σκανταλιές


ΣΚΑΝΤΑΛΙΑ

Σκανταλιές στήναμε  όλο το χρόνο για να πιάνουμε κυρίως κοτσύφια , κίσσες και μικρότερα πουλιά  π.χ. τσιόνια ,κομπογιάννους, σιταρίθρες, κοκινολαίμηδες γαιδρότσιονα κλπ. Τα μέρη που στήναμε τις σκανταλιές άλλαζαν σύμφωνα με τις εποχές. Το χειμώνα  με τα χιόνια στήναμε τις σκανταλιές σε σημεία που δεν τα επιανε το χιόνι, μέσα σε ρίζες δέντρων ,μέσα σε βάτα, κοντά σε σημεία που έριχναν οι χωρικοί τις κοπριές. Το καλοκαίρι στήναμε τις σκανταλιές σε ρέματα,μέσα σε βάτα ,κάτω από μουριές καμιά φορά και πάνω στα δέντρα, μέσα στα καλαμπόκια ,όσο καιρό διαρκούσε το αλώνισμα στήναμε τις σκανταλιές γύρω από το αλώνι
Στήσιμο Σκανταλιάς

Για να στηθεί μια σκανταλιά χρειάζονται
1.Μιά πλάκα από σχιστόλιθο διαστάσεων40cmX30cm
2.Μία πέτρα κάπως  τετραγωνισμένη και βαριά ,υψους περίπου 10cm
3.Τέσσερα ξύλα (βέργες) που τα λέγαμε σκάνταλα
Αρχικά χρησιμοποιώντας την ίδια την πλάκα ως σκαφτικό εργαλείο καθαρίζαμε και αλφαδιάζαμε την επιφάνεια που θα κάλυπτε  η πλάκα  μετά την πτώση της. Στη συνέχεια στηρίζαμε καλά το κοτρόνι και δοκιμάζαμε την αντοχή του στηρίζοντας την πλάκα  με το επάνω ξύλο μόνο ώστε το επάνω ξύλο να συνδέει την επάνω αιχμή του κοτρονιού με το πάνω μέρος της πλάκας και  η πλάκα να είναι κεκλιμένη . Κάναμε κάνα δυο δοκιμαστικά για να βεβαιωθούμε μήπως  κατά την πτώση της η πλάκα βρεί στο κοτρόνι και μετά αρχίζαμε το τελικό στήσιμο που γινόταν ως εξής. Τοποθετούσαμε το όρθιο ξύλο "ορθάρι" ώστε η κάτω ακρη του σχεδόν να αγγίζει το έδαφος και η πάνω άκρη του να προεξέχει λίγο πάνω από την αιχμή του κοτρονιού. Στη συνέχεια ανασηκώνοντας ελαφριά το επάνω σκάνταλο  με το ένα χέρι το στηρίζαμε στο "ορθάρι" στο πάνω άκρο του, κρατώντας κόντρα με το άλλο χέρι για να μην πέσει η σκανταλιά, τέλος με ταχυδακτυλουργία  τοποθετούσαμε τα κάτω σκάνδαλα που συνδέουν την κάτω άκρη του ορθιου με το κάτω μέρος της πλάκας. Τα δύο κάτω σκάνδαλα σχηματίζουν ισοσκελές τρίγωνο. Τώρα η σκανταλιά έχει στηθεί, αν για κάποιο λόγο μετακινηθεί κάποιο από τα κάτω ξύλα η πλάκα πέφτει παγιδεύοντας ότι είναι από κάτω.Όταν τελειώναμε το στήσιμο βάζαμε το δόλωμα που ηταν συνήθως λίγα ψίχουλα ,λίγο καλαμπόκι, καμιά μούρα παραγινομένη …Τα πουλιά ανυποψίαστα πλησίαζαν και  πατούσαν πάνω στις βέργες της σκανταλιάς ,η σκανταλιά έπεφτε και τα πλάκωνε.Για να πιάνουμε ζωντανά πουλιά ανοίγαμε κάτω από την πλάκα ένα βαθούλωμα.Για μεγαλύτερα πουλιά (Κίσσες) βάζαμε πολύ μεγαλύτερες πλάκες ,αλλά συνέβαιναν και ατυχήματα πχ. μια φορά σε μια σκανταλιά πιάσαμε 12 κλωσοπούλια της μάνας μου ....