Τετάρτη 15 Απριλίου 2015

Καλαντα μεγάλης Παρασκευής

Κάλαντα που λέγαμε τη μεγάλη Παρασκευή πρωί .
Σήμερα μαύρος Ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα
σήμερα όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται,
σήμερα έβαλαν βουλή οι άνομοι Εβραίοι,
οι άνομοι και τα σκυλιά κι' οι τρισκαταραμένοι
για να σταυρώσουν το Χριστό, των πάντων Βασιλέα.
Ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι
να λάβει δείπνο μυστικό να τον συλλάβουν όλοι.
Η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της,
τις προσευχές της έκανε για το μονογενή της.
Φωνή της ήρθ' εξ Ουρανού κι απ' Αρχαγγέλου στόμα:
Σώσον κυρά μου τις προσευχές, παύσον της μετανοίας,
και το υγιό σου πιάσανε και σα ληστή τον πάνε
και στου Πιλάτου τις αυλές εκεί τον τον τυρανάνε.
Χαλκιά-χαλκιά, κόψε καρφιά, κόψε τρία περόνια.
Και κείνος ο παράνομος βαρεί και κόβει πέντε.
-Συ Φαραέ, που τά κόψες πρέπει να μας διατάξεις
-Τώρα που με ρωτήσατε εγώ θα σας διατάξω
Τα δυο βάλτε στας χείρας του ,τ' άλλα τα δυο στους πόδας,
το πέμπτο το φαρμακερό βάλτε το στην καρδιά του,
να στάξει αίμα και νερό να λιγωθεί η καρδιά του.
Η Μάρθα , η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η μάνα
του Ιακώβου η αδερφή, κι' οι τέσσερες αντάμα,
σαν πήραν το στρατί-στρατί, στρατί το μονοπάτι
το μονοπάτι τς έβγαλε μες του ληστή την πόρτα.
-Ανοίγει η πόρτα του ληστή και πόρτα του Πιλάτου.
Κι' η πόρτα από το φόβο της ανοίγει μοναχή της.
Τηράει δεξιά, τηράει ζερβά, κανέναν δεν γνωρίζει,
τηράει παρα δεξιώτερα βλέπει τον Αϊγιάννη,
Αγιέ μου Γιάννη Πρόδρομε και βαπτιστή του γυιου μου,
μην είδες τον υγιόκα μου και συ τον δάσκαλόν σου;
-Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σου μιλήσω,
δεν έχω χερι πάλαμο να σου το παρα δείξω.
Βλέπεις εκείνο το παιδί , το παραπονεμένο,
οπού φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο,
οπού φορεί στην κεφαλή ακάνθινο στεφάνι;
Εκείνος είναι ο γυιόκας σου και με ο δάσκαλός μου!
Κι' η Παναγιά σαν τάκουσε έπεσε και λιγώθη,
-Δε μου μιλάς παιδάκι μου, δε μου μιλάς παιδί μου;
-Τι να σου πω, Μανούλα μου, στα βάσανα που είμαι
Βάλε κρασί μες το γυαλί κι αφράτο παξιμάδι
και κάντο μια παρηγοριά να βρίσκεται στον κόσμο
Όποιος τ' ακούει σώζεται κι' όποιος το λέει αγιάζει,
κι' όποιος το καλοφουγκραστεί Παράδεισο θα λάβει,
Παράδεισο και λίβανο απ' τον Άγιο Τάφο.
Σύρε μανούλα μου στο καλό και στην καλή την ώρα
κι εμένα να με καρτερείς το Σάββατο το βράδυ
όταν σημαίνουν οι εκκλησιές και ψάλλουν οι παπάδες
τότε και εσύ μανούλα μου θάχεις χαρές μεγάλες .