Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2018

Χριστούγεννα του 72 στη Γραμμένη ΟξυάΔεν διατίθεται αυτόματο εναλλακτικό κείμενο.
Πήγαινα στην Τρίτη Γυμνασίου και όπως κάθε χρόνο ανέβηκα στο χωριό για τις διακοπές.
Παραμονή Χριστούγεννα στη Γραμμένη Οξυά ο καιρός χριστουγενιάτικος , θερμοκρασίες υπό το μηδέν, μισό μέτρο χιόνι και συνεχίζει να πέφτει συνέχεια, στροβιλιζόμενο από τον δυνατό αέρα .
Ο  μπάρμπα Νίκος  ανέβηκε από τα χαράματα στην πλατεία του χωριού ήπιε ένα ζεστό ρακί στο μαγαζί του Πεντελέου , κέρασε και τους συγχωριανούς του που ήταν μαζεμένοι γύρω από την αναμμένη ξυλόσομπα και  περίμεναν την άφιξη του ταχυδρόμου με αγωνία .
Ο ταχυδρόμος ερχόταν από Αρτοτίνα ήταν παντός καιρού και δεν έχανε δρομολόγιο με τίποτα , εκτός από γράμματα μετέφερε και πράγματα με το μουλάρι του . Λόγω της κακοκαιρίας άργησε να φτάσει και όταν κάποτε έφτασε έμοιαζε με χιονάνθρωπο .Αφού ήπιε ένα –δυό  ζεστά τσίπουρα άρχισε τη διανομή . Οι περισσότεροι είχαν κάποιο γράμμα από συγγενικά τους πρόσωπα  , άλλοι είχαν μια Χριστουγεννιάτικη κάρτα ή κάποιο ημερολόγιο ή κάποιο καζαμία από ξενιτεμένους συγχωριανούς .
Ο Πεντελέος βρήκε την ευκαιρία να εκφωνήσει ένα μικρό λογύδριο
« Αγαπητοί συγχωριανοί ο πανάγαθος Θεός να χαρίζει σε όλους υγεία και η γέννηση του θεανθρώπου να διδάσκει σε όλους ταπεινοφροσύνη και το άστρο της Βηθλεέμ να φωτίζει τις καρδιές μας . Καλά Χριστούγεννα –Πεντελέος» 
Ο μπάρμπα Νίκος ρώτησε ξανά και ξανά  τον ταχυδρόμο αν είχε κάποιο γράμμα για εκείνον ,αλλά δεν υπήρχε τίποτα . Η  ελπίδα πως θα έρχονταν τα παιδιά του για να κάνουν μαζί του Χριστούγεννα έσβησε γιατί ήξερε πως κάθε χρόνο του έστελναν  κάποιο γράμμα που του έγραφαν ποια μέρα θα έρθουν και να πάει να τους πάρει απ του Λιάσκα το μύλο με το μουλάρι.
Επήρε την γκλίτσα του , φόρεσε το καπέλο του  και εξήλθε θλιμμένος από το μαγαζί . Έριξε μια βλοσυρή ματιά στον ξύλινο  θάλαμο του τηλεφώνου έβρισε από μέσα του το τηλέφωνο που ήταν χαλασμένο λόγω της κακοκαιρίας και δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με τα παιδιά του .Διέσχισε σιωπηλός την χιονισμένη πλατεία , κοντοστάθηκε λίγο όταν έφτασε στον κορμό του μικρού πλάτανου , χτύπησε με την γκλίτσα του τον κορμό του ,κάτι σαν χαιρετισμό , και ύστερα επιτάχυνε πάλι , ενώ το χιόνι συνέχιζε να πέφτει και το ανεμοσούρι είχε γίνει ακόμη πιο έντονο Δεν μπορούσε να αντέξει πως θα έκανε Χριστούγεννα για πρώτη φορά χωρίς τα παιδιά του ..Και είχε κάνει τόσες ετοιμασίες .Είχε θρέψει ολόκληρο γουρούνι που θα πήγαινε χαμένο .. Είχε ανοίξει και το βαρέλι με το καινούργιο κόκκινο κρασί που είχε φτιάξει με πολύ μεράκι.
Ανήμερα Χριστούγεννα, ξημερώνοντας  σχόλασε η εκκλησία και όπως ήταν το έθιμο άρχισε το σφάξιμο των γουρουνιών . Ο καιρός συνέχιζε να είναι χιονιάς , και έριχνε απαλό και στεγνό χιόνι . Ο   μπάρμπα Νίκος ήταν πάντα μπροστάρης σε ετούτη τη χαρά και βοηθούσε στο σφάξιμο ,Αν και εβδομήντα χρόνων  ήταν σχετικά νέος για τα δεδομένα του χωριού αφού οι κάτοικοι και κυρίως οι νέοι είχαν φύγει αναζητώντας την τύχη τους στα αστικά κέντρα ή στην ξενιτιά. Όταν φτάσαμε και στο δικό του σπίτι και αφού τελειώσαμε το σφάξιμο μας κέρασε  η γυναίκα του και ευχηθήκαμε « και του χρόνου παχύτερο». Εκεί τον πήρε το παράπονο . Δεν θα ξαναφτιάξω άλλη χρονιά γουρούνι και ετούτο χαμένο θα πάει , ποιος θα το φάει τόσο κρέας αφού δεν ήρθε κανένας , όσο μπορέσω θα το κάνω λουκάνικα.. Κανείς δεν μίλησε όλοι καταλάβαιναν πόσο ήταν πικραμένος .
Προς το μεσημέρι ο καιρός είχε γλυκάνει κάπως και ανέβηκα προς την πλατεία , το μαγαζί ήταν κλειστό αλλά άκουσα κάποιο γνώριμο ήχο , ήταν το κουδούνισμα του τηλεφώνου , έτρεξα προς τον ξύλινο θάλαμο και σήκωσα το ακουστικό
Ακούει Γραμμένη ; Μισώ λεπτό να σας συνδέσω με Αρτοτίνα
Ποιος είναι ρωτάω
Εδώ Αρτοτίνα… να πείτε στο μπάρμπα Νίκο πως ήρθαν τα παιδιά του , και σε δυό ώρες να πάει με το μουλάρι  στο ποτάμι ,είναι εδώ από χτες  αλλά ήταν αδύνατο να έρθουν απ την κακοκαιρία και το τηλέφωνο δεν δούλευε…
Έφυγα τρέχοντας για το σπίτι του μπάρμπα Νίκου και άρχιζα να φωνάζω από μακρυά Μπάρμπα Νίκο δέσε το σκυλί να έρθω μέσα
Έλα πέρασε παιδί μου δεμένο είναι το σκυλί .
Σκούπισα τα χιόνια από τις γαλότσες μου στις ελατήσιες σκούπες που υπήρχαν μπροστά από την πόρτα και μπήκα στο εσωτερικό .
Τον βρήκα να κάθεται στο χαμηλό τραπέζι δίπλα στο αναμμένο τζάκι να ακούει ραδιόφωνο και να ψήνει τον καθιερωμένο σουβλιμά .
Καλώς τα δέχτηκες μπάρμπα Νίκο , πρέπει να πας με το μουλάρι στο ποτάμι να τους φέρεις θα είναι εκεί σε δυό ώρες !!
Πετάχτηκε όρθιος και το πρόσωπο του έλαμπε από τη χαρά του σταυροκοπήθηκε .
Περίμενε εδώ μου λέει να προσέχεις το σουβλιμά , πάω να ταίσω λίγο το μουλάρι και να το σαμαρώσω . Σε λίγο επέστρεψε μαζί με τη γυναίκα του και ήταν η ευτυχία τους  αμέτρητη .